Ο μικρός Γιωργάκης φέτος πάει στη Δευτέρα δημοτικού. Είναι καλός μαθητής και στα διαλείμματα του αρέσει να παίζει ποδόσφαιρο με τους συμμαθητές του.
Ο μικρός Γιωργάκης κάθε φορά που φεύγει από το σπίτι του, φιλάει τους γονείς του και πριν βγει από την πόρτα η μητέρα του ελέγχει τη σχολική του τσάντα. Κοιτάζει πάντα να έχει μέσα την “συσκευή για τα εισπνεόμενα”. Ο Γιωργάκης έχει άσθμα και η συσκευή είναι απαραίτητη για να συνεχίσει τους φυσιολογικούς ρυθμούς του, σαν παιδί.
Στην πατρίδα μας 1 στα 8-10 παιδιά πάσχει από βρογχικό άσθμα, μια χρόνια πάθηση που παρουσιάζει συνεχώς αύξηση.
Το άσθμα είναι η συχνότερη χρόνια πάθηση στα παιδιά.
Χαρακτηρίζεται από κρίσεις δύσπνοιας και βήχα. Στην Ευρώπη πάνω από 25 εκατ. άνθρωποι πάσχουν από άσθμα, ενώ παγκοσμίως η συχνότητα κυμαίνεται από 1 έως 39%, παρουσιάζοντας τα τελευταία χρόνια κατακόρυφη αύξηση. Για την πάθηση χρησιμοποιούνται διάφορες, ονομασίες όπως «βρογχικό άσθμα», «αλλεργικό άσθμα», ενώ στα παιδιά αναφέρεται και σαν «ασθματική βρογχίτιδα».
Στο άσθμα, το πρόβλημα αφορά τους βρόγχους, δηλαδή τους σωλήνες από τους οποίους περνάει ο αέρας για να φθάσει στους πνεύμονες. Τα παιδιά με βρογχικό άσθμα έχουν ευαίσθητους βρόγχους οι οποίοι στενεύουν όταν ερεθιστούν από διαφόρους παράγοντες όπως για παράδειγμα κάποιο αλλεργιογόνο, μια ιογενή λοίμωξη, ο καπνός, ο κρύος αέρας, με αποτέλεσμα να μειώνεται η παροχή αέρα στους πνεύμονες. Η στένωση αυτή των βρόγχων προκαλεί δύσπνοια, δυσκολία στην αναπνοή. Εκτός όμως από τη δύσπνοια μπορεί να παρουσιαστεί «σφύριγμα» στην αναπνοή, βάρος στο στήθος και βήχας.
Το βρογχικό άσθμα είναι μια πάθηση που δεν εμφανίστηκε τώρα. Είναι γνωστή από παλιά. Όταν αναφερόμαστε στο άσθμα πρέπει να έχουμε κατά νου ότι δεν μιλάμε για ένα μεταδοτικό νόσημα. Έχει να κάνει με δυο βασικούς παράγοντες. Πρώτον την κληρονομικότητα και δεύτερον και πολύ σημαντικό, το περιβάλλον, τον χώρο δηλαδή που ζούμε.
Όσον αφορά την κληρονομικότητα, όταν και οι δυο γονείς είναι ασθματικοί η πιθανότητα του παιδιού να εμφανίσει άσθμα είναι 50%, ενώ είναι 20% όταν πάσχει μόνο ο ένας γονιός και 10% όταν κανένας γονέας δεν είναι ασθματικός. Ο ρόλος της κληρονομικότητας για την εμφάνιση της πάθησης είναι σημαντικός αλλά όχι καθοριστικός, γιατί υπάρχουν περιπτώσεις άσθματος χωρίς κληρονομική επιβάρυνση.
Την εκδήλωση του παιδικού άσθματος πυροδοτούν και διάφοροι περιβαλλοντικοί παράγοντες όπως είναι οι συχνές ιογενείς λοιμώξεις στη βρεφική και πρώτη παιδική ηλικία, η μόλυνση της ατμόσφαιρας, η κακή υγιεινή του σπιτιού. Η αλλεργική προδιάθεση αλλά και η πρώιμη ευαισθητοποίηση σε ορισμένα ισχυρά αλλεργιογόνα όπως είναι τα ακάρεα της σκόνης συμβάλλουν στην εκδήλωση του παιδικού άσθματος.
Οι γονείς θα πρέπει να παρατηρήσουν αν το παιδί τους εμφανίζει συμπτώματα όπως βήχα, σφίξιμο στο στήθος (ειδικά κατά την διάρκεια κάποιας δραστηριότητας), «σφύριγμα» της αναπνοής και δύσπνοια.
Δεν χρειάζεται να συνυπάρχουν και τα τέσσερα αυτά συμπτώματα για να κάνουμε λόγο για άσθμα, ούτε είναι βέβαιο πως όταν έχει το παιδί τέτοια συμπτώματα μιλάμε αποκλειστικά για άσθμα. Στα μισά παιδιά η υπεραντιδραστικότητα των βρόγχων και τα συμπτώματα αυτά μπορεί να οφείλονται σε άσθμα και στα άλλα μισά απλώς σε μια ανωριμότητα του αναπνευστικού.
Σε κάθε περίπτωση, όταν παρατηρήσει ο γονιός τέτοια συμπτώματα θα πρέπει να απευθυνθεί στον ιατρό. Ο βασικός τρόπος θεραπείας είναι η αποφυγή της έκθεσης του παιδιού σε παράγοντες που το ερεθίζουν και η φαρμακευτική αγωγή. Η φαρμακευτική αγωγή έχει δύο στόχους: πρώτον να ανακουφίσει από τα συμπτώματα και δεύτερον να μειώσει την τη συχνότητα αλλά και την ένταση των κρίσεων. Τα φάρμακα είναι συνήθως εισπνεόμενα – χτυπούν άμεσα το πρόβλημα και ανακουφίζουν με όσο το δυνατόν λιγότερες παρενέργειες . Ο γιατρός είναι εκείνος που θα κρίνει πότε πρέπει να γίνει η διακοπή των φαρμάκων και όχι οι γονείς που ενδεχομένως να νομίσουν ότι το πρόβλημα αντιμετωπίστηκε και να τα σταματήσουν.
Υπάρχουν θεραπείες για το άσθμα που εφαρμόζονται εξατομικευμένα στο κάθε παιδί, ανάλογα με την βαρύτητα της κατάστασης. Το παιδί πιθανώς να χρειαστεί να ακολουθήσει κάποια θεραπεία χρόνιας νόσου. Ωστόσο, η διαφορά με τις χρόνιες νόσους είναι ότι το παιδικό άσθμα συνήθως βελτιώνεται και εξαφανίζεται μετά την εφηβεία. Μέχρι τότε όμως οι πνεύμονες του παιδιού πρέπει να λειτουργούν φυσιολογικά με την κατάλληλη αγωγή, για να μην αποκτήσουν μόνιμες βλάβες.
Το παιδικό άσθμα δεν είναι μία κατάσταση που πρέπει να ανησυχεί τον γονιό, αρκεί να προληφθεί εγκαίρως για να μπορεί το παιδί να συνεχίσει τη ζωή του φυσιολογικά: να παίζει μπάλα, να κολυμπάει, να κάνει ότι ακριβώς και οι φίλοι του.